Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΥΤΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΜΙΑ ΦΥΛΑΚΗ

ΟΥΤΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΜΙΑ ΦΥΛΑΚΗ


Θέλων ο Κύριος να δείξη το μέγα κακόν οπού απετόλμησαν να κάμουν τα τέκνα του διαβόλου, οι Εβραίοι, εσκότισε τον ήλιον από τας εξ ώρας έως τας εννέα εις όλον τον κόσμον, αι πέτραι εσχίζοντο, όλη η γη έτρεμεν. Ετέθη ο Κύριος εις τον τάφον, και ευθύς ανεστήθησαν χιλιάδες νεκροί, οπού ήσαν χιλιάδες χρόνους αποθαμένοι, και εκήρυξαν πως μόνον ο Χριστός είνε Υιός και λόγος του Θεού, και Θεός αληθινός, και ζωή των νεκρών. Πρέπει και ημείς οι ευσεβείς χριστιανοί από σήμερον και ύστερα να μη κλαίωμεν τους αποθαμένους ωσάν τους ασεβείς και απίστους, οπού δεν ελπίζουν ανάστασιν. Ούτος ο κόσμος, αδελφοί μου είνε ωσάν μια φυλακή. Πότε πρέπει να χαίρεται ο άνθρωπος; Όταν εμβαίνη εις την φυλακήν ή όταν ελευθερώνεται από την φυλακήν; Ποιοι φαίνεται, όταν εμβαίνει εις την φυλακήν, τότε πρέπει να κλαίη και να λυπήται, και όταν εξέρχετια από την φυλακήν, τότε πρέπει να χαίρεται. Έτσι, αδελφοί μου, να μη λυπήσθε δια τους αποθαμένους, αλλά να αγαπάτε τους αποθαμένους, κάμνετε ότι ημπορείτε δια την ψυχήν των, συλλείτουργα, μνημόσυνα, νηστειας, προσευχάς, ελεημοσύνας. Και όσες γυναίκες φορείτε λερωμένα δια τους αποθαμένους σας, να τα βγάλετε διότι βλάπτετε και τον εαυτόν σας και τους αποθαμένους. Φυσικόν είνε ο άνθρωπος να γεννηθή και να αποθάνη. Όταν γεννώμεθα, τότε πρέπει να κλαίωμεν, και όταν αποθνήσκωμεν, να χαιρώμεθα και μάλιστα να μην κλαίεται δια τα μικρά παιδιά, οπού είνε ωσάν Άγγελοι μέσα εις τον παράδεισον. Το παιδί σου του Θεού ήτο και όταν σου το εχάρισε ο Θεός, σε ετίμησε και τώρα πάλιν οπού σου το επήρε, σου ετίμησε το παιδί σου να χαίρεται πάντοτε εις τον παράδεισον, και συ να κάθεσαι να κλαις είνε άπρεπον. Ένας βασιλεύς σου γυρεύει το παιδί σου να το κάμη βεζίρη και χαίρεσαι να του το δώσης πολύ μάλλον δεν πρέπει να χαίρεσαι οπού σε ηξίωσεν ο πανάγαθος Θεός και επήρε καρπόν από την βρωμισμένην κοιλίαν σου, και σου έβαλε το παιδί σου μέσα εις τον παράδεισον,

και σου το φυλάγει να σου το παραδώσει εις την Δευτέραν Παρουσίαν να λαμπη περισσότερον από τον ήλιον, δια να λάβης τον μισθόν σου να χαίρεσαι πάντοτε μαζί του; Είνε μερικοί οπού έχουν τον διάβολον εις την καρδίαν των και λέγουν πως δεν είνε ανάστασις και δεν είδατε καμμίαν φοράν αναστηθή κανένας άνθρωπος. Όλοι οι άνθρωποι οπού είνε εδώ, πρωτού να γεννηθούν, δεν ήσαν αποθαμένοι; Καθώς ηδυνήθη ο Κύριος και μας ανέστησεν από την κοιλίαν της μητρός μας, έτσι δύναται να μας αναστήση και από την κοιλίαν της γης. Η κοιλία της μητρός μας και ο τάφος τι διαφέρει; Δεν βλέπωμεν φανερά την ανάστασιν; Όταν κοιμώμεθα, δεν είμεθα ωσάν αποθαμένοι; Ο ύπνος τι είνε; Μικρός θάνατος, και ο θάνατος μεγάλος ύπνος. Και καθώς τι σιτάρι οπού πίπτει εις την γην, ανίσως και δεν βρέχη να σπηθή να γίνη ωσάν χυλός, δεν φυτρώνει, έτσι και ημείς οπού αποθνήσκομεν και θαπτόμεθα εις την γην. Ανίσως και δεν αθάπτετο πρώτον εις τον τάφον ο Χριστός μας, δεν μας επότζε την ζωήν την αιώνιον και την ανάστασιν. Δεν βλέπετε φανερά τα χόρτα πως τα ανασταίνει ο Θεός από την γην κατ’ έτος; Γνώσιν δεν έχωμεν, χριστιανοί μου, να στοχασθώμεν τα πάντα. Όλα μας τα εχάρισεν ο Θεός. Όθεν δια το παρόν, αδελφοί μου, σας παρακαλώ να ειπήτε και δι’ όλους τους αποθαμένους τρεις φοράς: ο Θεός συγχωρήσοι και ελεήσοι αυτούς.
 

* Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου