Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Τό έργο τών Εκκλησιαστικών Συγγραφέων

Τό έργο τών Εκκλησιαστικών Συγγραφέων




2. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΕΚΚΛ. ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ

Οι εκκλησιαστικοί γενικά συγγραφείς θεολόγησαν, έγραψαν τα έργα τους, από τις εξής κυρίως αφορμές και ανάγκες:

α) Του κηρύγματος. Ασκώντας το έργο τούτο σε ποικίλες μορφές, θεολογούσαν κατ' ανάγκην, αφού εξηγούσαν το λόγο του Θεού, ερμήνευαν το πρόσωπο και το έργο του Χριστού, διαφώτιζαν το αγιαστικό και φωτιστικό έργο του αγίου Πνεύματος και πολλές φορές υπομνημάτιζαν τις Γραφές, ώστε να γνωρίζουν οι πιστοί την αλήθεια και να προκόπτουν πνευματικά.

β) Της φανερώσεως της αληθείας και αντικρούσεως της κακοδοξίας. Πρόκειται για την μεγαλειώδη κι επίπονη προσπάθεια των συγγραφέων της Εκκλησίας να αντικρούσουν ύποπτες κι εσφαλμένες γνώμες και αντιλήψεις, διατυπωμένες από μέλη πάλι της Εκκλησίας. Οι αντιλήψεις αυτές αποτελούσαν λίγο-πολύ εμπόδιο στήν πνευματική προκοπή των πιστών, κι έθεταν σε κίνδυνο τη σωτηρία τους, αφού εξέφραζαν όχι την πραγματική αλήθεια, αλλά μια φανταστική κι ανύπαρκτη αλήθεια, που φυσικά σαν φανταστική αλήθεια δε μπορούσε να σώση. Διαπιστώνοντας οι θεολόγοι τον φοβερό τούτο κίνδυνο εργάσθηκαν για την αποσόβησή του. Ζώντας πρώτα εμπειρικά την πραγματική αλήθεια, προσπάθησαν να φανερώσουν αυτή στις περιπτώσεις, που είχε εκφρασθή και υποστηριχθή φανταστική αλήθεια. Παραδείγματα φανταστικής αληθείας είναι οι όσες ύποπτες και αμφίβολες αντιλήψεις αποδείχθηκαν κακόδοξες ή αιρετικές μετά το θεολογικό έργο των Πατρ.-Διδ., επικυρωμένο τις περισσότερες φορές από οικουμενικές τοπικές Συνόδους.


 Όπου κάποια μέλη της Εκκλησίας απέτυχαν (και χαρακτηρίστηκαν έπειτα γι' αυτό κακόδοξοι κι αιρετικοί), πέτυχαν άλλα, που εργάσθηκαν με ακρίβεια μεγαλύτερη, ήσαν φορείς της Παραδόσεως γνησιώτεροι και φωτίσθηκαν από το άγιο Πνεύμα, ώστε να γίνουν Πατέρες και Διδάσκαλοι. Οι αντιλήψεις για τις οποίες μιλάμε αφορούσαν πολλές όψεις ή σημεία της αληθείας, που είναι η όλη θεία πραγματικότης, δηλ. η αγία Τριάς και το έργο της, η θεία οικονομία για τη σωτηρία του ανθρώπου (βλ. σχετικά την προσφώνηση της Δ' οικουμεν. Συνόδου προς τον αυτοκράτορα, εις Καρμίρη, Ι, 170). Εδώ πρέπει ν' αναφέρωμε ακόμη ότι μέρος της χριστιανικής γραμματείας οφείλει τη γένεσή του και στην ανάγκη ν' απαντήση ο χριστιανικός κόσμος στον ιουδαϊσμό, τον ελληνισμό, το γνωστικισμό και στον εθνικό γενικά κόσμο.

γ) Της εκφράσεως θείων εμπειριών. Μέλη της Εκκλησίας, που είχαν από το άγιο Πνεύμα ιδιαίτερα υψηλές και σπάνιες θείες εμπειρίες και που έζησαν πληρέστερα και βαθύτερα τη θεία αλήθεια, θεώρησαν καλό ή αισθάνθηκαν την ανάγκη να περιγράψουν τις θείες αυτές εμπειρίες και γενικά την όλη διαδικασία (ή τους αγώνες και την τακτική), που ακολούθησαν για να ζήσουν τις εμπειρίες αυτές. Έτσι έχομε τα κείμενα των νηπτικών γενικά Πατέρων, που κακώς μάλιστα χαρακτηρίζονται «μυστικά». Τα νηπτικά έργα φανερώνουν και τη δυνατότητα που έχει η θεολογία, ως τάση και ζήτηση εσωτερική, να προχωρή και να εξελίσσεται ανεξάρτητα από την πολεμική θεολογία, από αυτή δηλαδή που δημιουργείται με αφορμή μια κακοδοξία ή τις επιθέσεις του θύραθεν κόσμου.

δ) Της λατρείας και της δοξολογίας. Πρώτο μέλημα των μελών της Εκκλησίας ήταν η λατρεία, η τέλεση τής Ευχαριστίας και των λοιπών μυστηρίων συν τω χρόνω. Έτσι δημιουργήθηκε η λειτουργία σαν κείμενο και οι ακολουθίες των μυστηρίων που περιβάλλονται από σειρά άλλων ακολουθιών. Οι πιστοί, ζώντας εν Χριστώ, συγκλονίζονταν από ενθουσιασμό, τον οποίο εξέφραζαν με ποιητικό λόγο κι έτσι έχομε την πλούσια υμνογραφία της Εκκλησίας. Αλλά πρέπει να σημειώσωμε ότι στην υμνογραφία εκτός από τη δοξολογία έχομε και άλλα στοιχεία, όπως της παρακλήσεως, του εγκωμιασμού των αγίων και το διδακτικό ή το διηγηματικό.

ε) Της διατηρήσεως της μνήμης. Στο χώρο της χριστ. γραμματείας διακρίνομε πολλά και αξιόλογα έργα, που έχουν χαρακτήρα ιστορικό ή διηγηματικό. Πρόκειται κυρίως για τα έργα εκκλησιαστικής ιστορίας, τα συναξάρια, τα μαρτυρολόγια, τους βίους αγίων, τις επιγραφές κ.ά. Με αυτά η Εκκλησία διατηρεί τη μνήμη των σημαντικών γεγονότων και προσώπων παλαιών εποχών. Είναι όμως προφανές ότι την ανάγκη της Εκκλησίας για μνήμη δε μπορούμε να χωρίσωμε από την ανάγκη οικοδομής των πιστών μέσω της μνήμης.

Οι ομάδες αφορμών που αναφέραμε δεν ισχύουν, τουλάχιστον απόλυτα, και σαν κριτήριο για διάκριση σε κατηγορίες της εκκλησιαστικής γραμματείας, γιατί φανερό είναι πως ακριβής διάκριση της γραμματείας αυτής δε χωρεί. Kαι αυτή που επιχειρήσαμε πιο πάνω είναι μόνο συμβατική, με σκοπό όχι να χωρίση σε είδη, αλλά να δείξη γενικά τις αφορμές και τις ανάγκες, από τις οποiες κινήθηκαν ωρισμένα πρόσωπα, για να δημιουργήσουν το μεγαλειώδες γεγονός της εκκλησιαστικής θεολογίας. Άλλωστε η διάκριση ή μη σε είδη της εκκλ. γραμματείας είναι πρόβλημα στο οποίο θα επανέλθωμε.

Το έργο που δημιουργείται με τις παραπάνω αφορμές από τους Πατέρες είναι μεγαλειώδες κι επιβλητικό. Η συγκρότησή του απαιτεί πολλά προσόντα, μεγάλη θεολογική κατάρτιση, βίωση και γνώση της Παραδόσεως της Εκκλησίας, ικανότητα και άσκηση στην ερμηνεία της Γραφής, ευρεία γνώση του πνευματικού και φιλοσοφικού κόσμου της εποχής, μικρό ή μεγάλο συγγραφικό τάλαντο και φυσικά το φωτισμό του αγίου Πνεύματος. Είναι φανερό ότι το έργο ενός Πατρός έχει μεγάλη ποικιλία και δεν αναφέρεται μόνο στο θέμα εκείνο, για το οποίο δέχθηκε τον ειδικό φωτισμό του Πνεύματος. Η κατήχηση, το κήρυγμα, η ερμηνεία, η δοξολογία, η υπεράσπιση της αληθείας, η πολεμική θεολογία, η ποίηση, η διήγηση θείων εμπειριών και θεοπτικών καταστάσεων, η περιγραφή των σταδίων της νηπτικής ζωής, η διήγηση του βίου των αγίων, η σύνταξη συνοδικών κειμένων και αποφάσεων εκφράζουν το εύρος του έργου των Πατέρων. Και φυσικά στους τομείς αυτούς προσέφεραν όχι μόνο οι μεγάλοι Πατέρες και Διδάσκαλοι, αλλά και οι λοιποί συγγραφείς της Εκκλησίας, που ο αριθμός τους είναι μεγάλος και τα έργα τους πολυάριθμα. Αν στην παρούσα Εισαγωγή γίνεται λόγος κυρίως για τους κατ' εξοχήν Πατέρες και Διδ., οφείλεται στο γεγονός ότι το καθαυτό θεολογικό τους έργο αποτελεί κέντρο, γύρω από το οποίο κινείται γενικά η λοιπή χριστιανική γραμματεία. Η τελευταία μπορεί ως ένα βαθμό να χαρακτηρισθή σαν ερμηνεία ή σχόλιο στην καίρια προσφορά των Πατέρων, όσο αυτή δημιουργεί προσθετικά και αυξητικά την όλη Παράδοση, που βασικά σύγκειται από τις θεολογικές συμβολές των Πατέρων και το αρχικό θεμέλιο, τη Γραφή. Άλλωστε τα περισσότερα που γράφονται εδώ για τους Πατέρες αφορούν και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου